Μουσική

Μεσόγειος,
η θάλασσα και η μουσική της

Μεσ΄ του Αιγαίου τα νησιά αγγέλοι φτερουγίζουν


______________________________________________

http://www.youtube.com/watch?v=VX1S_30_s6M&feature=related

Αμοργιανό μου πέραμα

http://www.youtube.com/watch?v=lAkHQfGSDtA

_____________________________________________


Ικαριώτικος χορός


Τοπίο της Ικαρίας, ζωγραφική

___________________________________________________


Ένας πολύ ενδιαφέρον δίσκος
με μουσική επηρεασμένη από τη θάλασσα


δείτε το βίντεο και τη μουσική του καλλιτέχνη


__________________________


Μεσόγειος,
μεγάλες φωνές ενός μεγάλου κόσμου


Στέλιος Καζαντζίδης

ο τραγουδιστής

Ο Στέλιος Καζαντζίδης υπήρξε ένας από τους λίγους τραγουδιστές που κέρδισαν αδιαφιλονίκητα τον τίτλο του λαϊκού ερμηνευτή, αγαπήθηκε φανατικά, μπήκε στις καρδιές και στα σπίτια των ανθρώπων, τραγουδήθηκε όσο λίγοι και χάρισε το αίσθημα της οικειότητας σε όσους ένιωσαν ότι τραγουδά για εκείνους.
Με τη μοναδική υφή της φωνής του κατάφερε να εκφράσει τις αγωνίες, τους φόβους, αλλά και τις ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς ανθρώπων, για τους οποίους η επιβίωση δεν ήταν και τόσο αυτονόητη. Οικονομικά και κοινωνικά αποκλεισμένοι, πρόσφυγες, εργάτες, όλοι αγωνιστές της καθημερινότητας αναζητούσαν στα τραγούδια του παρηγοριά για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν καθημερινά. Και το κοινό του, βέβαια, δεν σταματούσε μόνο σε αυτούς.
Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου 1931 σε ένα χωρίο του Κιλκίς και μεγάλωσε στη Νέα Ιωνία στην Αθήνα. Η μητέρα του ήταν πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία. Από αυτή άκουγε ως παιδί τα λαϊκά τραγούδια που έφεραν οι πρόσφυγες και από τη γιαγιά του -όπως έλεγε ο ίδιος- πήρε τις τεχνικές, τις αναπνοές, το κλάμα στη φωνή… Ως τη στιγμή που τον ανέλαβε ο μεγάλος δάσκαλος Στέλιος Χρυσίνης.
Μεγαλώνοντας, δούλεψε σ' ένα εργοστάσιο στη Νέα Ιωνία. Μία μέρα, τον φωνάζει το αφεντικό του και του λέει ότι έχει καταπληκτική φωνή και του κάνει δώρο μία κιθάρα. Ο Στέλιος, όσε ώρες δεν δούλευε, καθόταν στο σπίτι και προσπαθούσε να μάθει τραγούδια στην κιθάρα. Μια μέρα, κάποιος περαστικός τον άκουσε και του πρότεινε να τραγουδήσει στην ταβέρνα του. Έτσι, έγινε η αρχή…
Το 1950 εμφανίστηκε για πρώτη φορά επαγγελματικά στην Κηφισιά. Δύο χρόνια αργότερα έκανε και την πρώτη ηχογράφησή του στην Columbia, με το τραγούδι του Απόστολου Καλδάρα «Για μπάνιο πας», που όμως δεν πούλησε. Το δεύτερο τραγούδι, «Οι βαλίτσες» του Γιάννη Παπαϊωάννου, έγινε μεγάλη επιτυχία.
Από εκεί και πέρα ξεκίνησε μία σειρά επιτυχιών και συνεχής άνοδος, με εμφανίσεις σε γνωστά λαϊκά κέντρα της εποχής. Τότε έρχεται και η γνωριμία, ο αρραβώνας, αλλά και η συνεργασία με την Καίτη Γκρέυ, ως το καλοκαίρι του 1957. Σουξέ της εποχής, το «Απόψε φίλα με» του Μανόλη Χιώτη, ένα ντουέτο του Στέλιου Καζαντζίδη με την Καίτη Γκρέυ. Μετά από αυτό χώρισαν.
Η επόμενη οκταετία (1957-1965) είναι ίσως η πιο γόνιμη και δημιουργική περίοδος για τον Στέλιο Καζαντζίδη. Η γνωριμία του με τη Μαρινέλλα στη Θεσσαλονίκη εξελίχθηκε σε μια λαμπρή συνεργασία. Μαζί έκαναν μεγάλες επιτυχίες με κορυφαίους συνθέτες (Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Χιώτης, Καλδάρας, Παπαγιαννοπούλου, Βίρβος, Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Λεοντής, Ξαρχάκος, Λοΐζος, Μαρκόπουλος κ.ά.) και εμφανίστηκαν στα μεγαλύτερα λαϊκά κέντρα.
Το Μάιο του 1966 αποφάσισαν να ενωθούν και στη ζωή. Ο γάμος τους μπορεί να μην άντεξε στο χρόνο, αλλά έμειναν για πάντα φίλοι. Έπειτα από χρόνια, ο Καζαντζίδης γνώρισε και παντρεύτηκε την κυρα-Βάσω, την οποία ο χαρακτήριζε ως «θησαυρό».
Τo 1965 κι ενώ βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, αποφάσισε να εγκαταλείψει τα νυχτερινά κέντρα. Τήρησε την επιλογή του αυτή ως το τέλος της ζωής του και η μόνη επαφή με το κοινό ήταν μέσω των δίσκων του. Για κάποιο διάστημα και αυτή η επικοινωνία διακόπηκε, λόγω προβλημάτων που είχε με τη δισκογραφική εταιρεία «Μίνως».
Στη δισκογραφία επανήλθε, έπειτα από 12 χρόνια απουσίας, το 1987, συνεργαζόμενος με τους Τάκη Σούκα, Λευτέρη Χαψιάδη, Θανάση Πολυκανδριώτη, Θοδωρή Καμπουρίδη, Μάκη Ερημίτη, Αντώνη Βαρδή, Σώτια Τσώτου και άλλους άξιους δημιουργούς. Το κύκνειο άσμα του ήταν ο δίσκος «Έρχονται χρόνια δύσκολα».
Πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, σε ηλικία 70 ετών, έπειτα από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο.

Άρθρο στα "Νέα" για τον Στέλιο στις 15 Σεπτεμβρίου 2001

Η παρουσία του Στέλιου Καζαντζίδη, από τα 18 του χρόνια, στον χώρο του γνήσιου λαϊκού τραγουδιού, συνδέεται άμεσα με τα γεγονότα και προβλήματα ενός λαού που αγωνιζόταν να στηριχθεί στα πόδια του ύστερα από τον σκληρό αγώνα κατά της χιτλεροφασιστικής κατοχής και την μπόρα του εμφυλίου πολέμου. Παιδί που έζησε όλες αυτές τις εμπειρίες ο Στέλιος, ζυμωμένος με το λαϊκό στοιχείο, με όπλο την ουράνια φωνή του, βγήκε με την κιθάρα του να τραγουδήσει τα βάσανα και τους καημούς της φτωχογειτονιάς, που ήταν και δικά του βάσανα.
Ορφάνεψε πολύ μικρός από πατέρα. Οι δυσκολίες της ζωής τον έφεραν αντιμέτωπο με τη σκληρή καθημερινή πραγματικότητα. Κουβαλούσε βαλίτσες από την Ομόνοια σε σταθμούς λεωφορείων και τρένων. Πουλούσε νερό με τον μαστραπά και το κύπελλο, στην κεντρική αγορά της Αθήνας. Τις νύχτες κοιμόταν στα παγκάκια της Ομόνοιας για να μην ξοδέψει το χαρτζιλίκι που μάζευε και να το πάει τα Σαββατοκύριακα στη μάνα του στη Νέα Ιωνία, για να αγοράσουν γάλα για τον μικρότερο αδελφό του.
Αργότερα, ο Στέλιος έκανε ακόμη πιο σκληρές δουλειές. Κουβάλησε τόνους ολόκληρους ασβέστη και τσιμέντο με το πηλοφόρι στις οικοδομές της Ιωνίας και της Φιλαδέλφειας. Ο Γολγοθάς που σφράγισε τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Καζαντζίδη τελείωσε στο υφαντουργείο «Έσπερος» στον Περισσό, όπου άλλαξε πορεία και μπήκε στο λαϊκό τραγούδι. Στην αρχή στο λαϊκό πάλκο και λίγο μετά στο στούντιο. Αλλά και στην καινούργια του δουλειά τα πράγματα δεν ήταν τόσο εύκολα. Πέρασε δύσκολες στιγμές. Ένας διαρκής, υποχθόνιος αλλά και φανερός πόλεμος από «φίλους» και αντίπαλους ανταγωνιστές.
Αδιάκοπη λατρεία
Ασπίδα του σ' αυτόν τον πολύχρονο πόλεμο, η παθολογική και αδιάκοπη λατρεία του κόσμου στο πρόσωπό του, μα κυρίως στο έργο του, με τα χίλια και πλέον λαϊκά τραγούδια του, τα οποία στην πλειοψηφία τους αποτελούν όπλο κατά της κοινωνικής αδικίας. Λόγια απλά, λιτά, κατανοητά, που μπορεί να μην τα έγραψαν ποιητές, αλλά απλοί άνθρωποι, οι οποίοι βίωσαν δύσκολες εποχές και σκληρά γεγονότα. Είναι οι λαϊκοί στιχουργοί που μίλησαν με τη φωνή του Καζαντζίδη και τις μελωδίες των λαϊκών συνθετών, στις ευαίσθητες ψυχές των απλών Ελλήνων. Αυτά τα τραγούδια που είπε ο Καζαντζίδης μπορεί να μην έχουν μεγάλους οραματισμούς. Κρύβουν όμως μια δυναμική με άμεσους προβληματισμούς.
Οι πέντε τελευταίες δεκαετίες που πέρασαν είναι στενά δεμένες με τη φωνή και τα τραγούδια του Καζαντζίδη. Αυτού του μοναδικού καλλιτέχνη, ο οποίος συνειδητά υπηρέτησε το κοινωνικό λαϊκό τραγούδι. Μέσα από αυτές τις δεκαετίες περνούν σαν κινηματογραφικό φιλμ, σαν θρίλερ ακόμη, στιγμές που σημάδεψαν την πολυτάραχη ζωή και πορεία του Στέλιου Καζαντζίδη αλλά και τη δική μας ζωή, με αλληλουχία γεγονότων.
Η μεγάλη αρχή από το 1950. Η νεανική φωνή του Στέλιου «σπάει» τα τζάμια των λουτρών του «Έσπερου» και απλώνεται στη Νέα Ιωνία. Ο Μάνθος (ο Βενέτης), υπάλληλος της αεροπορίας, τον «απήγαγε» από το φτωχόσπιτο της οδού Αλαείας και τον εγκατέστησε ως βασικό τραγουδιστή στην ταβέρνα του Βουτσά στην Καλογρέζα. Πρώτη επαγγελματική εμφάνιση για τον Στέλιο, στου Μπόκαρη στην Κηφισιά, το 1950.
Πρώτος δίσκος τον Ιούνιο του 1952 με το τραγούδι του Καλδάρα «Για μπάνιο πας» και πρώτη απογοήτευση. Ο δίσκος δεν πούλησε. Δεύτερο τραγούδι «Οι βαλίτσες» του Γιάννη Παπαϊωάννου, έγινε μεγάλη επιτυχία. Από εκεί και πέρα σερί επιτυχιών και συνεχής άνοδος με εμφανίσεις σε γνωστά πλέον λαϊκά κέντρα «Θείος», «Μπερτζελέτος», «Ροσινιόλ». Γνωριμία, αρραβώνας και συνεργασία με την Καίτη Γκρέυ, ως το καλοκαίρι του 1957. Σουξέ της εποχής το «Απόψε φίλα με» του Χιώτη.
Το είπε με την Γκρέυ. Μετά χώρισαν. Η επόμενη 8ετία (1957-1965) είναι ίσως η πιο γόνιμη και δημιουργική περίοδος για τον Στέλιο Καζαντζίδη. Γνώρισε την Μαρινέλλα στη Θεσσαλονίκη. Έσμιξαν στο τραγούδι και στη ζωή. Ταίριαξαν οι φωνές και οι καρδιές τους. Συνεργάστηκαν και έκαναν επιτυχίες με τους κορυφαίους συνθέτες του λαϊκού και του έντεχνου τραγουδιού.
Η οκταετία 1957-1965 έφερε τον Στέλιο Καζαντζίδη στο απόγειο της δόξας και του μεγαλείου του. Στα λαϊκά κέντρα όπου εμφανιζόταν και τραγουδούσε για ολόκληρες σεζόν, όλα σχεδόν τα τραπέζια ήταν ρεζερβέ, ενώ ουρές από εκατοντάδες άτομα σχηματίζονταν τις νύχτες στις εισόδους των μαγαζιών. Στο θερινό κέντρο του «Κουλουριώτη», στην παραλία Μοσχάτου, οι θαυμαστές του Στέλιου σκαρφάλωναν στους τοίχους ώρες ολόκληρες και έβλεπαν όλο το πρόγραμμα την ώρα που τραγουδούσαν ο Καζαντζίδης, η Μαρινέλλα και οι συνεργάτες τους.

Μέσα από αφηγήσεις φίλων του (επωνύμων ή όχι) και από μαρτυρίες παλιών λαϊκών δημιουργών (που δεν ζουν πια, όπως π.χ. ο Γιάννης Παπαϊωάννου) κάποιοι «νονοί της νύχτας», στις αρχές της δεκαετίας του 1960, απείλησαν ανοιχτά και σοβαρά τη ζωή του Καζαντζίδη, ο οποίος, λόγω χαρακτήρα, είχε πλέον αντιληφθεί και έλεγε ότι η νύχτα δεν του πάει καθόλου και σε πολύ νέα ηλικία έπρεπε να εγκαταλείψει αυτά τα κέντρα, πράγμα που έκανε το 1965. Και αυτή την απόφασή του ο Στέλιος τη χαρακτήρισε στάση ζωής.
Ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Μαρινέλλα παντρεύονται τον Μάιο του 1964 και χωρίζουν το 1966. Στα τέλη του 1965 ο Καζαντζίδης εγκαταλείπει για πάντα τις δημόσιες εμφανίσεις στις 30 Δεκεμβρίου του 1965, όταν εμφανιζόταν στο κέντρο «Φαληρικόν», Ηπείρου και Αχαρνών. Ο Στέλιος επέμεινε σ' αυτήν την απόφασή του, παρά τις δελεαστικές προτάσεις που του γίνονταν συνεχώς επί 32 χρόνια. Δέκα χρόνια μετά την οριστική αποχώρησή του από τα κέντρα και τη νύχτα, νέες συμπληγάδες ορθώνονται από κυκλώματα για τον Στέλιο Καζαντζίδη, που επικοινωνεί πλέον με το κοινό μόνο με δίσκους. Αλλά και αυτή η επικοινωνία καταργείται. Δεν κυκλοφορεί δίσκους για δώδεκα χρόνια. Και μάλιστα, σε μία περίοδο που ο Καζαντζίδης ήταν στην πιο ώριμη στιγμή της μεγάλης πορείας του στο λαϊκό τραγούδι.
Το 1987 ο Στέλιος ξανατραγούδησε. Άρχισε να ηχογραφεί δίσκους. Από τότε τραγουδούσε μόνο στο στούντιο. Η φωνή του, όσο περνούσαν τα χρόνια, ήταν πιο καθαρή, πιο δυνατή.
Ο γύρος του κόσμου
Η είδηση του θανάτου του Στέλιου Καζαντζίδη έκανε τον γύρο του κόσμου μέσω των δύο μεγάλων ειδησεογραφικών πρακτορείων, Ρώυτερ και Ασοσιέιτεντ Πρες. Τα δύο πρακτορεία περιέγραψαν κύριες στιγμές της ζωής του Στέλιου Καζαντζίδη και στάθηκαν ιδιαίτερα στον χαρακτήρα των τραγουδιών του.
δείτε βίντεο και τραγούδια του Στέλιου

http://www.youtube.com/watch?v=_EvAsSusVuk&feature=related
ένα προφητικό τραγούδι, "έρχονται χρόνια δύσκολα"

http://www.youtube.com/watch?v=DYPUChTAB-8&feature=related
"Δεν θα ξαναγαπήσω", ένα εξαιρετικά δύσκολο ως προς την ερμηνεία του τραγούδι, δείγμα των φωνητικών ικανοτήτων του Στέλιου

"Το Σαββατόβραδο", ένα διαμάντι της Μεσογειακής μουσικής
Θεσσαλονίκη μου

Το πέλαγο είναι βαθύ
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος, Μουσική: Μάνος Χατζιδάκης
__________________________________________________________

άρθρο στο blog naftilos στις 13 Ιουνίου 2005
Έκλεισαν 30 χρόνια από το θάνατο της Ουμ Καλσούμ (1903-1975), της γυναίκας που ένωσε με τη φωνή της τους Αραβες κι έγινε όσο ακόμα ζούσε θρύλος για το λαό της. Οι αναφορές στα ελληνικά Μέσα ελάχιστες και εν πολλοίς τυπικές. Σαν φιλολογικά μνημόσυνα. Ανάμεσα στις εξαιρέσεις το αφιέρωμα του Κωνσταντίνου Ζαχόπουλου στο «Βήμα-Dona» της περασμένης Κυριακής (5/6/05) που διέσωσε την τιμή των ελληνικών περιοδικών εν μέσω γιουρο-θριάμβων και γιουρο-Συντάγματος και στάθηκε η αφορμή για τις παρακάτω σκέψεις:
Από το 1934 μέχρι και το 1973, όταν η Ουμ Καλσούμ τραγουδούσε ζωντανά στο ραδιόφωνο του Καΐρου, η φωνή της έμπαινε από τα μπαλκόνια και τα παράθυρα σε καφενεία, παζάρια, σπίτια, παράγκες, μαγαζιά, υπηρεσίες, γραφεία και αυτοκίνητα. ΙΧήδες, ταξιτζήδες, οδηγοί λεωφορείων και τραμ τραβούσαν το χειρόφρενο, οι επιβάτες κατέβαιναν για να ακούν καλύτερα, οι τροχονόμοι κρεμούσαν τις σφυρίχτρες τους μέχρι να τελειώσει η εκπομπή που μερικές φορές κρατούσε και τρεις και τέσσερις ώρες. Κι αυτό δε συνέβαινε μονάχα στις μεγάλες πόλεις της πατρίδας της, το Κάιρο και την Αλεξάνδρεια, αλλά και στο Χαρτούμ, στη Βηρυτό, στη Δαμασκό και στις περισσότερες πόλεις του αραβικού κόσμου.
Οταν φυσικά δε βομβαρδίζονταν από τους δυτικούς ή δε σπαράσσονταν από εμφύλιους πολέμους και κινήματα.
Η κηδεία της το 1975 επισφράγισε με εντυπωσιακό τρόπο το πέρασμά της στον κόσμο. Τρία εκατομμύρια άνθρωποι τη συνόδευσαν στην τελευταία της κατοικία που κι αυτή ακόμη επιλέχτηκε από το λαό που τη λάτρεψε, κόντρα στις επιλογές των αρχόντων, που ήθελαν να τη θάψουν στο νεκροταφείο των επωνύμων. Οι Αιγύπτιοι άρπαξαν το φέρετρο και το πήγαν στο λαϊκό νεκροταφείο του Καΐρου για να την έχουν, λες, για πάντα κοντά τους.


Η Καλσούμ ανήκει στην ίδια χορεία των φαινομένων όπως αυτό της Φεϊρούζ, της Εντίθ Πιαφ, της Μαρίας Κάλλας, της Ελα Φιτζέραλντ, του Ελβις Πρίσλεϊ, των «Μπιτλς» ή της Αμάλια Ροντρίγκεζ, που είναι αδύνατον να «κατανοηθούν» αποκλειστικά με βάση το ιστορικό πλαίσιο και τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής στην οποία εμφανίστηκαν. Η ένταση και η διάρκειά τους υποσκάπτει κάθε απόπειρα κατανόησης και ταξινόμησης.
Σε αυτήν ακριβώς την αδυναμία κατανόησης και ερμηνείας κρύβεται η «μυστική» τους δύναμη αλλά και η διαφορά τους με φαινόμενα τύπου Sakis, Anna και Elena -της ellinikis show biz- ή των pop idols της παγκόσμιας σκηνής κι όχι στην «εμπορικότητά» τους, όπως τους κατηγορούν οι «προτεστάντες» της «ποιοτικής» τέχνης. O καθένας και η καθεμία από τους πρώτους έχει πουλήσει κι εξακολουθεί να πουλάει όσο όλοι μαζί οι διάττοντες του star system.
Η «μυστική συνταγή» δεν κρύβεται ούτε καν στη μελωδία και το στίχο.

«Μακάρι να μη σε ερωτευόμουν / Στη φωτιά να μην καιγόμουν / Δεν μπορώ να συγκεντρωθώ / Με την ανάσα μου τα βήματα μετρώ / Την κάθε λέξη σου θυμάμαι / Από την ώρα που ξυπνώ / Μέχρι την ώρα που κοιμάμαι / Μες στην αγάπη χάθηκα / Κι όλοι λένε πως τρελάθηκα», τραγουδούσε η Ουμ Καλσούμ, κι αν δε σου πουν πως το τραγούδι -το «Ana Fi Intizarak» («Σε περιμένω») - είναι δικό της, μπορεί να νομίσεις πως είναι στίχοι από ένα ακόμη σαχλαμαροτράγουδο του σωρού, ένα ακόμη «σουξεδάκι» ή η προδημοσίευση της επόμενης συμμετοχής μας στη Eurovision.

Γιατί εκείνο που κάνει ένα τραγούδι να σταματά το χρόνο ξεπερνώντας τον και τον τραγουδιστή του να γίνεται θρύλος, να ξεπερνά με τη σειρά του τα σύνορα του χρόνου και της χώρας του, να ενώνει κοινωνικές τάξεις, γενιές και ενίοτε λαούς, δεν έχει να κάνει με την κατανόηση αλλά με τις αισθήσεις. (Ο Διονύσης Χαριτόπουλος («Τα Νέα» 5/10/2002) σε ένα εξαιρετικό άρθρο όπου ανάλυε το φαινόμενο του Στέλιου Καζαντζίδη, κάνοντας παράλληλη αναφορά στην Φεϊρούζ και την Ουμ Καλσούμ, εύστοχα αναφέρεται στον Γκράμσι, που σύστηνε στους ηγέτες της εργατικής τάξης να προσπαθήσουν να περάσουν από το «κατανοώ» στο «αισθάνομαι»).
Και αυτό είναι κάτι που ο άνθρωπος το αναζητά παντού και με κάθε τρόπο, από τις συναυλίες στα στάδια μέχρι το μπουζουκομάγαζο και από το Μέγαρο Μουσικής μέχρι το «σκυλάδικο». Εκεί η βαθύτερη αιτία της μαζικής τηλεθέασης της Γιουροβίζιον και η μαζική συμμετοχή στις επινίκιες πομπές των «ειδώλων» του. Κι η ουσία δεν είναι αν όλα αυτά ακούγονται βλάσφημα αλλά το κατά πόσο, στις ημέρες μας, μπορεί κάποιος να συναντηθεί μέσα από το τραγούδι με αυτό το γνήσιο αίσθημα και όχι με ένα προϊόν που παράγεται -υποτίθεται- για συγκεκριμένες ανάγκες, συσκευάζεται αναλόγως και προωθείται προς πώληση και κατανάλωση μέχρι την ημερομηνία λήξης του.Αντίστοιχο φαινόμενο δεν έχει υπάρξει στην ιστορία της τέχνης πουθενά στον κόσμο. Για τους Αραβες η Ουμ Καλσούμ υπήρξε ό,τι για τους Ελληνες η Σοφία Βέμπο, ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Νίκος Ξυλούρης, αν μπορούσαμε να τους ενώσουμε σε μια και μόνη μορφή, μια ζωή και μια σταδιοδρομία - χωρίς να θέλω να υποτιμήσω, συγκρίνοντάς τους μαζί της, κανέναν από αυτούς τους τρεις εμβληματικούς καλλιτέχνες. Αλλωστε, κάτι παρόμοιο συνέβαινε, τηρουμένων των αναλογιών, όταν έπαιζε η «Μαντουμπάλα» και σταματούσαν τα τρένα για το Μόναχο και κατέβαιναν οι επιβάτες και ο μηχανοδηγός για να ακούσουν τον «Στέλιο τους». Κάτι αντίστοιχο που συμβαίνει και σήμερα στην Κρήτη, όταν ακούγεται η φωνή του Ξυλούρη.
Η Ουμ Καλσούμ εξέφρασε τα αισθήματα, τα πάθη, τη χαρά και το λυγμό του λαού της με εκείνο το σχεδόν άγνωστο στους δυτικούς ήθος της Ανατολής. Κι εκείνος της το ανταπέδωσε και της το ανταποδίδει ακόμη, 30 χρόνια μετά.


Οι Άραβες συνηθίζουν να λένε πως πάνω από αυτήν υπάρχει μόνο ο Θεός, άλλοι την χαρακτηρίζουν ως Γκρέτα Γκάρμπο των αραβικού κόσμου και ο Μάνος Χατζιδάκις την κατέτασσε στις 5 καλύτερες φωνές παγκόσμια.

Διαβάστε το ενδιαφέρον άρθρο για τη ζωή της μεγάλης τραγουδίστριας στην ακόλουθη ιστοσελίδα

http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=News&file=article&sid=1011

δείτε βίντεο και τραγούδια της μεγάλης κυρίας της Αιγύπτου,
στα παραδοσιακά τραγούδια της Ανατολής η μουσική εισαγωγή
έχει ιδιαίτερα μεγάλη διάρκεια.


______________________________________________________


Αμάλια Ροντρίγκεζ,
 η τραγουδίστρια των πορτογαλικών φάντος

Το «φάντο» κάνει την πρώτη του εμφάνιση με την φωνή της θρυλικής Μαρία Σεβένα στην Αλφάμα, μία από τις πιο κακόφημες, φτωχές και υποβαθμισμένες γειτονιές της Λισσαβώνας σε μία εποχή που η Πορτογαλία έχανε τις αποικίες της. Μουσικά συνδύαζε πορτογαλικές ρίζες και ποίηση με έντονες τις επιδράσεις από την μουσική των αποικιών και ιδιαίτερα της Αφρικής. Στιχουργικά εξέφραζε τον καημό για την τότε κατάντια της Αυτοκρατορίας, αλλά περισσότερο ένα «Θυελλώδες ερωτικό πάθος» που σόκαρε τα σεμνά καθολικά ήθη και κυνηγήθηκε από την κοινωνία της εποχής.
H πρώτη ηχογράφηση έγινε το 1910 και το1939 μία νέα τραγουδίστρια με εκπληκτική φωνή ξεκινά τις εμφανίσεις της στο διάσημο κέντρο Retiro da Severa της Λισσαβώνας. Το όνομα της Αμάλια Ροντρίγκεζ. Σύντομα η φήμη της ξεπερνά αυτήν καθιερωμένων φαντίστας, όπως η Μπέρτο Καρντόσο και ο Αλφρέντο Μαρκενεϊρο. Το 1943 η φήμη της φτάνει στην Εθνικιστική Ισπανία του Φράνκο. Την προσκαλούν στην Μαδρίτη και εκεί δεν τραγουδά μόνο φάντο, αλλά και φλαμένκο, ισπανικά τραγούδια από την διάσημη ταινία της εποχής Camen de la Triana, μεξικάνικα, γαλλικά και ακόμη το Summertime του Γκέρσουϊν. Το 1945 οι περιοδείες της φτάνουν μέχρι την Βραζιλία, όπου παρουσιάσει την πρώτη διεθνή της επιτυχία Αl Moureira. Από εκεί και πέρα συνεργάζεται με τον συνθέτη των μεγάλων της επιτυχιών Φρεντερίκο Βαλέριο, αλλά και με σημαντικούς ποιητές της εποχής που της γράφουν στίχους.
Μετά την θρυλική της συναυλία στο «Ολυμπιά» του Παρισιού το 1956 το πορτογαλέζικο «φάντο» βρήκε την βασίλισσα του, την ιέρεια του, την καλύτερη πρέσβειρα του. Για τον κόσμο και τους κριτικούς Αμάλια Ροντρίγκεζ σημαίνει «φάντο» και «φάντο» σημαίνει Αμάλια Ροντρίγκεζ. Ήταν από τις ελάχιστες περιπτώσεις που υπήρξε τόση απόλυτη ταύτιση μιας φωνής με ένα μουσικό είδος η μία λαϊκή παράδοση. Έτσι όπως αραβική μουσική σήμαινε Ουμ Καλσούμ, όπερα σήμαινε Μαρία Κάλλας και γαλλικό «σανσόν» σήμαινε Εντίθ Πιαφ. Η ίδια δήλωνε «Δεν τραγουδώ τα φάντος. Εκείνα τραγουδούν μέσα μου!».
Με την πτώση του Σαλαζάρ η Ροντρίγκεζ γίνεται γνωστή ως αντιπολιτευόμενη στην Επανάσταση των Γαρυφάλλων και κατηγορείται για την συμπάθεια στο προηγούμενο καθεστώς και για τις παλιές της διασυνδέσεις με τον Στρατηγό Φράνκο. Οι εμφανίσεις της σταματούν και η ίδια ζει σε απομόνωση. Τότε αποφασίζει να κάνει τον μεγάλο συμβιβασμό: να τραγουδήσει την δική της εκδοχή του Gradola la Morena, το τραγούδι – ύμνο της Επανάστασης των Γαρυφάλλων. Μετά από αυτό η Ροντρίγκεζ είναι ξανά το εθνικό σύμβολο της Πορτογαλίας. Και τιμάται με τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Σαντιάγκο.
Η τελευταία εμφάνιση της ήταν σε μία συναυλία του Πλάθιντο Ντομίνγκο στις 15 Ιουλίου 1998. Δύο χρόνια αργότερα πεθαίνει. Η τέχνη της όμως συνεχίζεται από τραγουδίστριες όπως η Μίσια, η Ντούλτσε Πόντες, που απολαύσαμε στις συναυλίες του Νταλάρα, και φυσικά η Κριστίνα Μπράνκο.
Η Κριστίνα Μπράνκο υπήρξε η ανανεώτρια του φάντο. Δεν τραγουδάει μόνο για την φτώχεια και την δυστυχία. Τραγουδάει για την ψυχή και τον έρωτα, την ζωή, την χαρά την ζήλια, το πάθος, τον θάνατο. Στα χείλη της η μελαγχολία μετατρέπεται σε νοσταλγία, το πάθος σε αποπλάνηση. Επίσης παντρεύει το φάντο με την ποπ, την βραζιλιάνικη μουσική, την τζαζ, συμπεριλαμβάνοντας στον τελευταίο της δίσκο την εκπληκτική και εκπάγλου ομορφιάς Καναδέζα πιανίστρια και τραγουδίστρια Νταϊάνα Κρωλ.  Δεν είναι τυχαίο είναι ότι αποκαλείται η διάδοχος της Ροντρίγκεζ Ούτε ότι ηγείται αυτής της ακουστικής συναυλίας αφιερωμένης στο μεγάλο της είδωλο. Σε μας μένει να γίνουμε θεατές μιας συναυλίας όπου το πνεύμα της Ροντρίγκεζ περνάει και εντύποις την φλόγα του φάντο στην καινούργια ιέρειά του.
Το άρθρο αυτό εκτυπώθηκε από τις ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ.
23. Μαρτίου 2011.

δείτε βίντεο με τραγούδια της Αμάλια Ροντρίγκεζ.


http://www.youtube.com/watch?v=uFgctURyGp4&feature=related

http://www.youtube.com/watch?v=i9hmj9cD5BM

Την παράδοση των φάντος και το έργο της Αμάλια Ροντρίγκεζ
συνεχίζουν νέοι σπουδαίοι Πορτογάλοι καλλιτέχνες,
όπως είναι η Christina Branco.


Δείτε τις παρακάτω θέσεις και ακούστε μέρος
από τη δουλειά της Κριστίνα Μπράνκο,
τραγούδια για τον έρωτα και τη θάλασσα.

A Minha Casa
Ai Vida
________________________________________________________


Παραδοσιακή Ιταλική Μουσική (Ταραντέλλα)

http://www.youtube.com/watch?v=8v4V-XPobWg&feature=related

Ταραντέλλα

http://www.youtube.com/watch?v=2i4xiIi3tAY&feature=related

Ταραντέλλα

http://www.youtube.com/watch?v=TyAKk0XbVYc&feature=related

Bella Ciao


Si Maritau Rosa,   Σικελιάνικο παραδοσιακό τραγούδι
__________________________________________________

Flamenco de Espana

http://www.youtube.com/watch?v=8t7ngya7e90&feature=related



Φλαμένγκο Alegrias

http://www.youtube.com/watch?v=xxfwm9N1L_4&feature=related


http://www.youtube.com/watch?v=Xhits_HAeKM

http://www.youtube.com/watch?v=ePsDCQ21qPc&feature=related
__________________________________________________

Εξαιρετική ελληνική παραδοσιακή μουσική
από σπουδαίους καλλιτέχνες


Νίκος Χατζόπουλος, Το Λα.

http://www.youtube.com/watch?v=_IjCwpqqTpQ&feature=related


http://www.youtube.com/watch?v=tvUKg1EwYWI

Τη θάλασσα τη γαλανή, Άννα Καραμπεσίνη


http://www.youtube.com/watch?v=2dCLICh0Ak0&feature=related

Νίκος Χατζόπουλος, Αηδόνια

http://www.youtube.com/watch?v=5Tc0_SR9Hhs&feature=related

Μπράτσερα - Λέρος
Τραγουδά η Αιμιλία Χατζηδάκη

http://www.youtube.com/watch?v=JGHqrWE7PHc
Νησάκια μου περήφανα
τραγουδά η Άννα και η Αιμιλία Χατζηδάκη, 1950
______________________________________________________
Τραγούδια για την Κωνσταντινούπολη

Στέλιος Καζαντζίδης, Κωνσταντινούπολη

http://www.youtube.com/watch?v=5yhJtGTQWg4


Όταν ο Στέλιος πήρε την Πόλη
Του Δημήτρη Ν. Μανιάτη
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2011

Κόψιμο φλέβας (κυριολεκτικά!), ένα άγνωστο ειδύλλιο, αποθεωτικές εμφανίσεις και συναντήσεις με τούρκους καλλιτέχνες. Οι άγνωστες στιγμές από τα δύο ταξίδια του Καζαντζίδη στην Κωνσταντινούπολη, προσθέτουν κι άλλες μεταβλητές στην εξίσωση του μύθου του.
Μια υποφωτισμένη σελίδα στην πορεία του Στέλιου Καζαντζίδη είναι τα δύο ταξίδια του για συναυλίες στην Κωνσταντινούπολη στα μακρινά 60s. Φέτος συμπληρώνονται 51 χρόνια από το πρώτο ταξίδι του (έγινε στις 29 Φεβρουαρίου του 1960) και 49 από το δεύτερο (έγινε τον χειμώνα του 1962). «Την πρώτη φορά τον κάλεσαν τούρκοι επιχειρηματίες και εμφανίστηκε στο κέντρο-καμπαρέ "Σεχραζάτ", στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης, μαζί με τη Μαρινέλλα και τον σολίστα του κλαρίνου Βασίλη Σαλέα. Έμειναν εκεί περίπου έναν μήνα και αποθεώθηκαν. Ο Καζαντζίδης συνδεόταν με την Τουρκία αφού η μητέρα του ήταν από την Αλάεια της Μικράς Ασίας και ο πατέρας του από το Ορντού Κοτυώρων Πόντου. Επίσης, η Μαρινέλλα είχε καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη και στο κέντρο "Σεχραζάτ" γινόταν κάθε βράδυ το αδιαχώρητο», σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο βαθύς γνώστης της πορείας του Καζαντζίδη Παναγιώτης Χατζηαντώνογλου που προσφάτως κατέγραψε και τη συνολική δισκογραφία του από τις εκδόσεις Asante. Τον Ιούλιο του 1960, επίσης, ο Καζαντζίδης ηχογραφεί 6 τούρκικα τραγούδια με τη συμμετοχή μουσικών όπως ο Βασίλης Σαλέας, ο Βασίλης Καραπατάκης, ο Γιάννης Δέδες, ο Βαγγέλης Μεθυμάκης, ο Βαγγέλης Σκουρτανιώτης, o Γιάννης Λειβαδίτης και ο Θόδωρος Δερβενιώτης, ενώ άμα τη επιστροφή του στην Ελλάδα ηχογραφεί και το ρομαντικό μπολέρο «Κωνσταντινούπολη» σε στίχους Κώστα Βίρβου.
Στο δεύτερο βέβαια ταξίδι του, το 1962, ο Καζαντζίδης στην Κωνσταντινούπολη αποθεώνεται κυριολεκτικά. Εμφανίζονται με την Μαρινέλλα στον κινηματογράφο «Λαλέ», στο κέντρο της Πόλης, και μάλιστα εδώ έχουμε μια σειρά απίθανων περιστατικών. Με τον Ιτσίκ, γιο τούρκου υπουργού, έκοψαν και ένωσαν τις φλέβες τους, ως ένδειξη συναδέλφωσης πάνω στο πάλκο, ενώ ο Στέλιος ηχογραφεί στην Κωνσταντινούπολη και δύο τραγούδια με τον Σουκρού Τουνάρ (Σουκρί Μπέη), κορυφαίο σολίστα του κλαρίνου (ο οποίος πέθανε τέσσερις μήνες μετά και δεν άκουσε τη δισκογράφηση του 1963 που έγινε στην Ελλάδα).
Το βραχύβιο (αν και ανεκπλήρωτο) φλερτ του Καζαντζίδη με τη σταρ-ηθοποιό Τουρκιάν Σοράι ήταν επίσης η αιτία να τσακωθεί με τη Μαρινέλλα. Για την τουρκάλα σταρ - με τα υπέροχα μαύρα μάτια - ο Καζαντζίδης ερμήνευσε έξοχα και το «Bekledim de gelmedin» («Σε περίμενα αλλά δεν ήρθες») με έμμεσο υπαινιγμό. Επίσης, ξεχωρίζει και η συνάντηση του Στέλιου με τον Ζεκί Μουρέν, κορυφαίο τραγουδιστή της Τουρκίας. Μάλιστα ο ιδιόρρυθμος τούρκος τραγουδιστής - που ντυνόταν και βαφόταν σαν γυναίκα - συγκινήθηκε πολύ όταν άκουσε τον έλληνα συνάδελφό του να ερμηνεύει το τραγούδι «Μακμπέρ» και μάλιστα στα τουρκικά.
«Παίζαμε για 15 βράδια στο σινέ "Λαλέ" της Κωνσταντινούπολης. Ηταν ένας καταπληκτικός χώρος με φοβερή ακουστική, μια μακρόστενή και πελώρια σάλα ενώ ο κόσμος ήταν συγκινητικός και οι εκδηλώσεις λατρείας για τον Καζαντζίδη απίστευτες. Ένα βράδυ μάλιστα χάλασε η μικροφωνική αλλά ο ήχος και βέβαια η φωνή του Καζαντζίδη δεν επηρεάστηκαν. Κάποια στιγμή, ήρθε να μας δει και ο μεγάλος τούρκος τραγουδιστής Ζεκί Μουρέν ενώ ο κλαριντζής Σουκρί Μπέη ήρθε στο καμαρίνι, παρατηρούσε το μπουζούκι μου και μου είπε πως χρειάζεται ένα ακόμη τάστο. Το ταξίδι ήταν μεγάλη εμπειρία και κάθε βράδυ γινόταν στο κέντρο χαμός!», θυμάται για λογαριασμό των «ΝΕΩΝ ο σολίστας του μπουζουκιού Στέλιος Ζαφειρίου που συνόδευσε τον Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα στο δεύτερο ταξίδι τους στην Πόλη.
_______________________________________________

"θέλω να πιω όλο τον Βόσπορο", τραγουδά με την εξαίσια γωνή του ο Αλκίνοος Ιωαννίδης


___________________________

"Σηκώστε να χορέψουμε", τραγούδια της Πόλης.


____________________________________________________________


Ευανθία Ρεμπούτσικα, μουσική για την ταινία "Πολίτικη Κουζίνα"

Μία λάμψη στον Βόσπορο
Ευανθία Ρεμπούτσικα, μουσική για την ταινία "Πολίτικη Κουζίνα"
εξαιρετική μουσική επένδυση μιας ταινίας
για τους ξεριζωμένους, με αφορμή τους Έλληνες της Πόλης.

"Ο σταθμός"

http://www.youtube.com/watch?v=hdE2oihk20U&feature=related

Ευανθία Ρεμπούτσικα, μουσικό έργο για την ταινία "Πολίτικη Κουζίνα"
τίτλος   "Η αγορά"

___________________________________________

Δικτυακός τόπος για το Ρεμπέτικο τραγούδι

_________________________________________________________________
δικτυακό περιοδικό για το ελληνικό τραγούδι
____________________________________________
Ένας σημαντικός Έλληνας πιανίστας
Βασίλης Βαρβαρέσος


Ο Βασίλης Βαρβαρέσος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1983. Άρχισε το πιάνο σε ηλικία 5 ετών και έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο Γκρατς της Αυστρίας όταν ήταν 9 ετών. Στα 11 του χρόνια κέρδισε το βραβείο εξαιρετικής ερμηνείας στον διεθνή διαγωνισμό «Πέταρ Κονιόβιτς» του Βελιγραδίου. Το 1996 πήρε το Α΄ βραβείο στον Πανελλήνιο Μαθητικό Μουσικό Διαγωνισμό. Σε ηλικία 12 ετών βρέθηκε στο Μόντε Κάρλο επειδή επελέγη μεταξύ των 11 καλύτερων μικρών βιρτουόζων του κόσμου. Στα 13 του χρόνια, μεταξύ 407 υποψηφίων από 41 χώρες, κερδίζει το Α’ βραβείο και δύο ακόμη ειδικά βραβεία στον διεθνή μουσικό διαγωνισμό Young Concert Artists στη Νέα Υόρκη. Την επόμενη χρονιά, δίνει ρεσιτάλ στο Μονπελιέ, στο Ούζεντομ και στο Μπάρι. Σε ηλικία 15 ετών εμφανίστηκε ως σολίστ στο Στούαρτ και το Τάρπον Σπρινγκς της Φλόριντα. Το 2010 κέρδισε το 1ο Βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό Μαρίας Χαιρογιώργου Σιγάρα, στην Αθήνα και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς πήρε το πανελλήνιο βραβείο κριτικών Μουσικής. Έχει δώσει ρεσιτάλ στο Σηάτλ, τη Β. Καρολίνα, το Μιζούρι, την Καλιφόρνια, το Μιλάνο, την πόλη του Μεξικό, τη Νέα Υόρκη, την Ουάσινγκτον, τη Φιλαδέλφεια, το Σπρίνγκφηλντ, τη Μασαχουσέτη, το Μπάφαλο, το Τζάκσονβιλ, το Γουέστ Παλμ Μπητς, την Αλαμπάμα, το Κεντάκυ, την Γεωργία και αλλού. Το 2008 ερμήνευσε το κοντσέρτο Ομπαντ του Φ. Πουλένκ στην Βιέννη, το 1ο κοντσέρτο για πιάνο του Φ. Σοπέν με την Κρατική Ορχήστρα της Κύπρου στη Λευκωσία και εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Κίνα παίζοντας στα πλαίσια των εκδηλώσεων υποστήριξης των Ολυμπιακών Αγώνων με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Το 2009 έπαιξε ως σολίστ με την Westmoreland Symphony Orchestra την Γαλάζια Ραψωδία του Γκέρσουην και τις Παραλλαγές Παγκανίνι για Πιάνο και Ορχήστρα του Σ. Ραχμάνινωφ. Την ίδια χρονιά πήρε μέρος στον παγκόσμιο διαγωνισμό για πιάνο Van Cliburn όπου και κέρδισε μια θέση στον κατάλογο των κορυφαίων 29 πιανιστών του κόσμου. Στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, εμφανίστηκε το 2001, το 2003, το 2004, το 2006 και το 2008, δίνοντας ρεσιτάλ και ερμηνεύοντας το Κοντσέρτο Νο 2 για πιάνο και ορχήστρα του Μότσαρτ, αλλά και το 3ο Κοντσέρτο για πιάνο του Μπετόβεν με την ΚΟΘ. Στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών εμφανίστηκε σε ηλικία 14 ετών ερμηνεύοντας με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης  το Kοντσέρτο για πιάνο του Γκρηγκ. Το 2006 στον ίδιο χώρο, με την Κρατική Ορχήστρα της Κύπρου ερμήνευσε το Κοντσέρτο για πιάνο του Σόλωνα Μιχαηλίδη. Το 2007 εμφανίστηκε στην αίθουσα συναυλιών της Μπαίζεντόρφερ της Νέας Υόρκης, καθώς και στο Έιβερυ Φίσερ Χολ όπου μπροστά σε ακροατήριο 2200 ατόμων και έχοντας κερδίσει το Α’ βραβείο στο διαγωνισμό κοντσέρτου της Σχολής Τζούλλιαρντ, ερμηνεύει το Κοντσέρτο αρ. 2 για πιάνο του Λ. Λιμπερμανν, συμπράττοντας με ορχήστρα 108 μουσικών. Έχει εμφανιστεί ως σολίστ στις αίθουσες Γουάιλλ του Κάρνεγκι Χολ, Y της 92ης Οδού και Άλις Τάλλυ της Ν. Υόρκης, αλλά και στο Μουσείο Ισαβέλλα Γκάρντνερ της Βοστόνης, στο Κέντρο Κίμμελ της Φιλαδέλφεια και στο Κέντρο Κέννεντυ της Ουάσινγκτον. Σε ηλικία 12 ετών, ερμήνευσε το Κοντσέρτο για πιάνο του Γκρήγκ στο Σούμεν και στο Πλέβεν της Βουλγαρίας. Ένα χρόνο αργότερα, έπαιξε το Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 2 του Ραχμάνινοφ με την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, με την οποία επίσης συνέπραξε παίζοντας με τον Γ. Τσιτσελίκη και τον Σ. Παπάνα στο Τριπλό κοντσέρτο του Μπετόβεν.  Στη Λευκωσία με τη Συμφωνική της Πράγας καθώς και στην Οκλαχόμα αλλά και στην Πενσυλβανία με τη Συμφωνική του Γουεστμόρλαντ ερμήνευσε το Κοντσέρτο αρ.1 για πιάνο του Τσαϊκόφσκυ, ενώ με την Συμφωνική Ορχήστρα του Ντήαρμπορν, έπαιξε το 2ο κοντσέρτο για πιάνο του Φ. Σοπέν, και με τη Συμφωνική Ορχήστρα JCC, το Κοντσέρτο αρ. 1 του Ραχμάνινοφ. Έχει κάνει εξάλλου εμφανίσεις με τις συμφωνικές ορχήστρες του Μοντέστο, του Στέιτσμπορο, της Αλτούνα, του Χάρτφορντ της Βικτόρια, καθώς και με την Ορχήστρα του Κρατικού Πανεπιστημίου του Ώστιν στο Τέξας. Το 2002, έχοντας πλήρη υποτροφία, ξεκίνησε ανώτατες σπουδές μουσικής και πιάνου στη Σχολή Τζούλλιαρντ της Νέας Υόρκης, με καθηγητές τον Χέρμπερτ Στέσσιν, τον Τζερόμ Λόουενταλ την Γιοχέβεντ Καπλίνσκι και τέλος τον Ρόμπερτ Μακ Ντόναλντ. Δίδαξε πιάνο, αλλά και εργάστηκε ως βοηθός των καθηγητών Λώρενς Ουίντοους και Σάντρας Βόιτσιτς στο Τζούλλιαρντ, από το οποίο και αποφοίτησε παίρνοντας το Μπάτσελορ. Ένα χρόνο αργότερα πήρε το Μάστερ και στη συνέχεια στην ίδια Σχολή εκπόνησε την Διδακτορική του διατριβή με θέμα «The Pianist as Theorist: A Discussion of the Theoretical Implications Inherent in Performances by Pianists of the Golden Age». Έχει γράψει ένα βιβλίο με τίτλο Departure from the functionality of syntax – A semiotic approach to the music of Claude Debussy. Από το 2011 βρίσκεται στο Παρίσι όπου και παρακολουθεί το πρόγραμμα diplome dartist στο Conservatoire. Έχει γράψει μουσική για τα ντοκιμαντέρ «Sir John Soane: An English Architect, an American Legacy», «Ellsworth Kelly: Fragments», για την ταινία μικρού μήκους «Hardwood», για το χορευτικό «3 Etudes» σε χορογραφία Ντένυς Ντρόσντιουκ, καθώς και για την Σερβική τηλεοπτική σειρά Gorgi Plodovi. Παρακολούθησε μαθήματα μουσικής για τον κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, συνεργάστηκε με τον διευθυντή του Τμήματος Ρον Σάντοφ, καθώς και με τους Τιμ Σταρνς — μουσικό επιμελητή των ταινιών Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών, Ο πληροφοριοδότης, Ο καλός ποιμένας κ.ά και Μάρκ Σνόου — συνθέτη της μουσικής των X-Files. Το 2010 έπαιξε με τον Ran Dank την 4η Συμφωνία του Μπράμς για δύο πιάνα, στην Πενσυλβάνια, και εμφανίστηκε ως σολίστ στην αίθουσα ‘Παρνασσός’ προσκεκλημένος του Φεστιβάλ Αθηνών. Την ίδια χρονιά, ως μέλος του σχήματος Fourtissimo, εμφανίζεται σε μεγάλη συναυλία στο Κάρνεγκυ Χώλ με άλλους τρεις πιανίστες. Το 2009 στο Alice Tully Hall της Νέας Υόρκης, ερμηνεύει το 1ο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Φ. Σοπέν προς τιμήν του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και το 2012 δίνει ρεσιτάλ στο Κάρνεγκυ Χωλ στη Ν. Υόρκη. Έχει λάβει μέρος, ως υπότροφος, σε σεμινάρια πιάνου στο Άσπεν του Κολοράντο με τον Χέρμπερτ Στέσιν, στην πόλη Κιχόν της Ισπανίας με τον Ρόμπερτ Μακ Ντόναλντ, ενώ και ο ίδιος έχει διδάξει ανώτερα μαθήματα τελειοποίησης (master class) σε πολλές πολιτείες των ΗΠΑ. Είναι απόφοιτος της Ελληνογαλλικής Σχολής «Καλαμαρί» της Θεσσαλονίκης όπου σπούδασε με υποτροφία. Πριν αναχωρήσει για τις ΗΠΑ, ολοκλήρωσε με άριστα τις θεωρητικές του σπουδές στη μουσική και πήρε δίπλωμα πιάνου υπό την καθοδήγηση της κ. Μ. Μόλλοβα. Το 1999 ήταν ένας από τους Έλληνες εκπροσώπους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Νέων στο Ελσίνκι της Φινλανδίας. Πέρασε πρώτος στις εισαγωγικές εξετάσεις της Σχολή Μουσικών Σπουδών του Α.Π.Θ, ενώ ένα χρόνο αργότερα, μπήκε στο Φιλολογικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Μιλά Αγγλικά, Γαλλικά και Ιταλικά.

__________________________________________________________________